Άρα το d+d είναι επιλύσιμο, ενώ η δευτεροβάθμια που έχει ως συντελεστή το d δεν είναι;
Άλκη το πρόβλημα δεν είναι οι βασικές πράξεις αν κατάλαβα καλά αλλά η ρίζα η οποία υπολογίζεται προσεγγιστικά
Έχω ορίσει τον d ως εξής:
Ακέραιο μέρος ίσο με 0 και:
1ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 4 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς 1
2ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 6 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς 1
3ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 8 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς 1
...
Οπότε, ο d+d ορίζεται υπολογίζεται ως εξής (εξ' ορισμού βλ.
CAUCHY’S CONSTRUCTION OF ℝ: Proposition 4.6.The operations +,⋅ in Definition 4.5(a),(b) are well-defined)
Ακέραιο μέρος ίσο με 0 και:
1ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 4 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς
22ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 6 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς
23ο δεκαδικό ψηφίο: 0 αν αριθμός 8 γράφεται ως άθροισμα δύο πρώτων, αλλιώς
2...
Για να λύσεις την δευτεροβάθμια εξίσωση στο ℝ, κλασσικά με τον "αλγόριθμο" της διακρίνουσας πρέπει να έχεις έναν αλγόριθμο που να
ελέγχει την σχέση διάταξης δύο πραγματικών σταθερών - για να ελένξεις αν η πραγματική σταθερά που λέγεται διακρίνουσα είναι μεγαλύτερη ή ίση από το 0 (
για να πεις βασικά αν έχει ή δεν έχει λύσεις στο ℝ-δεν τίθεται καν θέμα προσέγγισης, υπάρχει ή δεν ύπάρχει λύση)! Άλλο πράγμα o έλεγχος της σχέσης διάταξης και άλλο η πρόσθεση. Για την συγκεκριμένη εξίσωση που παρουσίασα (Ε1) θα πρέπει να ελένξεις συγκεκριμένα την ισότητα με το 0 (δύο πραγματικοί αριθμοί είναι ίσοι αν η διαφορά τους έχει όριο το 0 - διαισθάνεται κανείς ότι αυτό δεν φαίνεται και πολύ αποφασίσιμο

). Στην
εργασία μου αποδεικνύω ότι το πρόβλημα της ισότητας δύο πραγματικών σταθερών είναι μη-αποφασίσιμο.
Η σταθερά d είναι υπολογίσιμος πραγματικός όπως και ο π ή ο e. Την
ίδια αναπαράσταση έχουν (ακολουθίες Cauchy). Αν στην εξίσωση Ε1 είχες τον π ή τον e δεν θα είχες πρόβλημα να την λύσεις, αλλά για τον d έχεις πρόβλημα (αυτό είναι ένδειξη είπαμε, η απόδειξη έχει να κάνει με την μη-αποφασισιμότητα του προβλήματος της ισότητας βλ. παραπάνω). Ένας αλγόριθμος, για να δικαιολογεί το όνομά του, πρέπει να υπολογίζει αποτέλεσμα
για κάθε στιγμιότυπο, αλλιώς πρέπει να αναφέρει
ρητά τον όποιο
περιορισμό του συνόλου των στιγμιοτύπων).